Συχνά κατά την επίσκεψη στον νευρολόγο ή στον ψυχίατρο για συμπτώματα που αφορούν δυσκολίες στη μνήμη, στο λόγο ή για αλλαγές στη διάθεση σε άτομα της τρίτης ηλικίας, ο γιατρός παραπέμπει τον εξεταζόμενο για νευροψυχολογική εκτίμηση. Η κύρια υπόθεση, που συνήθως διερευνάται σε αυτήν την περίπτωση, είναι αν ο εξεταζόμενος έχει κάποιας μορφής άνοια ή αν οι αναφερόμενες αλλαγές ή δυσκολίες οφείλονται σε διεργασίες κατά τη φυσιολογική γήρανση ή σε συναισθηματικούς ή άλλους παράγοντες. Επίσης, συχνά η εκτίμηση αυτή ζητείται σε άτομα τρίτης ηλικίας σε περιπτώσεις παθήσεων όπως τα εγκεφαλικά επεισόδια, οι κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις, οι όγκοι στον εγκέφαλο, οι εγκεφαλίτιδες, κ.α., για να διευκρινιστούν πιθανά γνωστικά ελλείμματα, συμπεριφορικές ή/και συναισθηματικές δυσκολίες που συνδέονται με την πάθηση, με στόχο να εφαρμοστούν οι κατάλληλες παρεμβάσεις για την αποκατάστασή τους.
Τι είναι η νευροψυχολογική εκτίμηση;
Η νευροψυχολογική εκτίμηση είναι η διαδικασία αξιολόγησης των νοητικών λειτουργιών (μνήμη, προσοχή, εκτελεστικές λειτουργίες, οπτικοχωρικές ικανότητες και γλώσσα), της συμπεριφοράς, της προσωπικότητας και του συναισθήματος. Η εκτίμηση γίνεται από κλινικό νευροψυχολόγο, δηλαδή από πτυχιούχο ψυχολόγο με μεταπτυχιακές σπουδές στη νευροψυχολογία. Η διαδικασία αυτή συνδυάζει πληροφορίες, οι οποίες συλλέγονται από σταθμισμένα εργαλεία (δοκιμασίες επίδοσης και ερωτηματολόγια που χορηγούνται στο ίδιο το άτομο ή/και σε κάποιο συνοδό), από τις κλινικές παρατηρήσεις και από την κλινική συνέντευξη. Ο στόχος της εκτίμησης είναι η βοήθεια στη διάγνωση νευρολογικών, αναπτυξιακών και ψυχιατρικών παθήσεων, αλλά και η εφαρμογή παρεμβάσεων για την αποκατάσταση πιθανών δυσκολιών που συνδέονται με τη διάγνωση. Η διαδικασία της αξιολόγησης είναι εξατομικευμένη, δηλαδή προσαρμόζεται ανάλογα με το ερώτημα που καλείται να απαντήσει ο κλινικός και τις υποθέσεις που έχει σχηματίσει. Παρότι, συχνά, η νευροψυχολογική εκτίμηση ταυτίζεται με την αξιολόγηση των γνωστικών λειτουργιών, εντούτοις αποτελεί μια περιεκτική εξέταση που περιλαμβάνει εκτός από εκτίμηση των γνωστικών λειτουργιών, εκτίμηση της συμπεριφοράς, της προσωπικότητας και του συναισθήματος. Αλλαγές ή δυσκολίες σε αυτούς τους τομείς συνδέονται με τις νευρολογικές, αναπτυξιακές και ψυχιατρικές παθήσεις και, επομένως, πρέπει επίσης να αξιολογούνται.
Δοκιμασίες επίδοσης
Οι δοκιμασίες επίδοσης αποτελούν αντικειμενικό τρόπο μέτρησης των γνωστικών λειτουργιών του ατόμου. Ο εξεταζόμενος καλείται να εκτελέσει έργα ή/και να απαντήσει σε ερωτήσεις, που έχουν σχεδιαστεί, για να αξιολογούν συγκεκριμένους γνωστικούς τομείς. Οι επιδόσεις του ατόμου στις δοκιμασίες, συγκρίνεται με υγιή άτομα της ίδιας ηλικίας και του ίδιου μορφωτικού επιπέδου με τον εξεταζόμενο, για να διαπιστωθεί αν υπάρχει κάποιο έλλειμμα σε κάποιον τομέα. Όταν υπάρχει παλαιότερη εκτίμηση του ατόμου, λαμβάνονται επίσης υπόψη πιθανές αλλαγές σε σχέση με την προηγούμενή του εκτίμηση. Για να είναι έγκυρη η εκτίμηση, θα πρέπει το άτομο να έχει κίνητρο και να καταβάλλει επαρκή προσπάθεια κατά την εκτέλεση των έργων. Σε αντίθετη περίπτωση, οι επιδόσεις του στα έργα δε θεωρούνται αντιπροσωπευτικές των πραγματικών δυνατοτήτων του.
Ερωτηματολόγια
Σε αυτή τη μέθοδο εκτίμησης ο εξεταζόμενος ή ο συνοδός (συνήθως κάποιο συγγενικό πρόσωπο του εξεταζόμενου) δίνει πληροφορίες απαντώντας σε συγκεκριμένες ερωτήσεις. Ανάλογα με τις πληροφορίες, που θέλει να αντλήσει ο κλινικός, επιλέγει το κατάλληλο ερωτηματολόγιο. Υπάρχουν διαθέσιμα ερωτηματολόγια για όλους τους βασικούς τομείς που αξιολογούνται στη νευροψυχολογική εκτίμηση (π.χ. γνωστικές λειτουργίες, συναίσθημα, κλπ). Αφού συμπληρωθεί το ερωτηματολόγιο, οι απαντήσεις συγκρίνονται με τις απαντήσεις άλλων ατόμων, για να διαπιστωθεί η ύπαρξη ή μη κάποιας αναφερόμενης δυσκολίας.
Κλινική συνέντευξη
Η κλινική συνέντευξη αποτελεί βασικό κομμάτι της εκτίμησης και συνήθως προηγείται των άλλων μεθόδων, καθώς συμβάλλει στην επιλογή των σταθμισμένων εργαλείων, στα πλαίσια της εξατομικευμένης εκτίμησης. Ο κλινικός προσπαθεί να αντλήσει όλες τις σημαντικές πληροφορίες για τα συμπτώματα του εξεταζομένου (έναρξη, συχνότητα, ένταση, κλπ), όπως επίσης και τα στοιχεία από το ιστορικό του (ιατρικό, οικογενειακό, επαγγελματικό, κοινωνικό, δημογραφικά στοιχεία, τρόπο ζωής κλπ).
Κλινικές παρατηρήσεις
Εκτός από τις λεκτικές πληροφορίες, ο κλινικός αντλεί σημαντικές πληροφορίες και από μη λεκτικά στοιχεία, μέσω της παρατήρησης της συμπεριφοράς του εξεταζομένου. Πηγές μη λεκτικών πληροφοριών αποτελούν η εμφάνιση, η υγιεινή, η κίνηση, η στάση προς τον εξεταστή, η σωματική αναπηρία, οι εκφράσεις του προσώπου, η συμπεριφορά και η διάθεση κατά την εξέταση, ο τρόπος απάντησης των ερωτήσεων και εκτέλεσης των δοκιμασιών κλπ.
Νευροψυχολογική αναφορά
Όλες οι ποσοτικές και ποιοτικές πληροφορίες, που προκύπτουν από τις μεθόδους αξιολόγησης, συνδυάζονται και ερμηνεύονται, για να βγει το τελικό πόρισμα και να επιβεβαιωθεί ή να απορριφθεί κάποια υπόθεση ή να απαντηθεί ένα ερώτημα. Η νευροψυχολική εκτίμηση τελειώνει με τη συγγραφή της νευροψυχολογικής αναφοράς, η οποία δίνεται στον ειδικό που έκανε την παραπομπή. Σε περίπτωση που η εξέταση έγινε κατόπιν προσωπικού αιτήματος του εξεταζόμενου, η αναφορά δίνεται στον ίδιο και ακολουθείται ενημέρωση, για να διευκρινιστούν πιθανές ασάφειες και να απαντηθούν πιθανά ερωτήματα που προκύπτουν. Σε κάθε περίπτωση ο εξεταζόμενος είναι ο τελικός αποδέκτης των πληροφοριών, που αντλούνται από την εκτίμηση, και αυτός που επωφελείται μέσω της εφαρμογής παρεμβάσεων και τεχνικών αποκατάστασης που προκύπτουν από αυτήν.